TERRA HUMANA
Με μικρά ξύλα, άμμο, χώμα, κομμάτια από λαμαρίνες σκουριασμένες, άχυρα και χαρτόνια, σπάγκους και βούρτσες, μαζί με ό,τι άλλο ξεχασμένο και παραπεταμένο από τη χρήση και το χρόνο, η Αγλαΐα Χριστιανού δημιουργεί ένα καινούριο αλφαβητάρι ζωής και τρόπων προσέγγισης της μνήμης και της φύσης.
Οι εικόνες της δημιουργού προέρχονται από αισθήσεις και αντικρίσματα, από περιδιαβάσεις και συναναστροφές, από ενθυμήματα και εντυπώσεις, που έχουν καταγραφεί στο παρελθόν μιας παιδικής ηλικίας. Εκείνης των μεταμορφώσεων, όπου τα ταπεινά της γης γίνονταν τα θαυμαστά κι αξεπέραστα στους θόλους των ονείρων. Η πρόθεση της Α. Χριστιανού δεν είναι νοσταλγική. Μέσα από την τρυφερότητα και την απτική επαφή ξαναβρίσκει τη λησμονημένη «παράσταση» ενός μικρόκοσμου επεισοδίων της χαμένης αθωότητας. Τότε που ανάμεσα στο φανερό και στο αθέατο ισορροπούσε το τραγικό με το ευτράπελο, το καθημερινό με το υπερβατικό γεγονός και η οικειότητα με τη φαντασίωση.
Οι μορφές των οικιακών ζώων και των άλλων του αγρού, επιστρέφουν μέσα από λιβάδια και μονοπάτια του υποσυνείδητου, μεταφέροντας μαζί τους ήχους και τα βλέμματα, τις μυρωδιές και τις χαρμολύπες των όντων που μυθολογούνταν τις ώρες και τις ημέρες της άδολης κι ανήσυχης παρατήρησης.
Η Αγλαΐα Χριστιανού δεν αναπολεί. Διερευνά μέσα από τη χοϊκότητα και το παράδοξο των γεννήσεων και των αφανισμών, τα αινίγματα και τα σχήματα της αποδοχής και της εξέγερσης. Με χιούμορ και ποιητικότητα, με ειρωνεία της τύχης και αυτοσαρκασμό, η ελευθερία της αγροτικής και η σύμβαση της αστικής ζωής παντρεύονται σε συμπτωματικά επεισόδια και ασύμπτωτες καταστάσεις. Πάνω σε πλάκες για κιμωλία που χρησιμοποιούνται ως πίνακες γραφής στην πρώιμη σχολική θητεία ή με χαρτοκιβώτια, τενεκεδένιες κονσέρβες, αυγά πουλιών και βότσαλα, αλλού με σπόρους ακόμη από φρούτα, η δημιουργός φτιάχνει και γκρεμίζει, επισκοπεί και ανατέμνει, κρυφοκοιτάζει μαζί μας και αναποδογυρίζει ενθυμήματα και φυλακτά που διατηρούν σημασίες παλιές. Τα στοιχεία της τα επεξεργάζεται αναδιοργανώνοντας και προσαρμόζοντάς τα, όπως η υφάντρια τους κόμπους νημάτων, φτιάχνοντας έτσι το χαλί των μοτίβων και των νοημάτων της.
Το «χαλί» της Αγλαΐας Χριστιανού αποτελείται από αναγλυφοποιημένους και χρωματικούς όγκους που σχηματίζουν τάπητες, θαρρεί κανείς, ή προσκυνητάρια. Τα αυτοτελή μικρά επεισόδια ιστοριών από εικόνες μέσα στις εικόνες και από ιστορίες μέσα σε αλληγορίες παράδοξων συναναστροφών, διακρίνονται να επιδιώκουν καινούριους συσχετισμούς, μέσα από ένα κλίμα μυστηρίου και περίθαλψης.
Τα έργα λειτουργούν όπως τα μεσαιωνικά εικονολόγια, παρουσιάζοντας το καθένα τους κι από ένα puzzle αλληλοσυμπλήρωσης των τμημάτων τους και ταυτόχρονης ανατροπής.
Συναισθαντικά «τοπία» με εγκιβωτισμένο το βίο και την πολιτεία μιας ολόκληρης τάξης πραγμάτων, υποβάλλουν την παρουσία τους στο βλέμμα. Η τάξη αυτή πραγμάτων της φαινομενικής ηρεμίας και των υπόγειων κραδασμών που υποφώσκουν μέσα από μνήμες και εμπειρίες βαθιά αναπαυμένες –στα «γλυκά χρόνια της νιότης»- ξάφνου επαναστατεί και δραπετεύει. Τα ζώα και τα σκαθάρια, οι σελίδες των παραμυθιών και τα χωράφια, οι θημωνιές και οι πάχνες, οι φωλιές και τα στέγαστρα, τα λαγούμια και οι κυψέλες πραξικοπηματικά συμφιλιώνονται με τα οικιακά σκεύη και τις ποντικοπαγίδες, αποποιούμενα την παλιά αχλύ μυστηρίου, για να κατακτήσουν μιαν άλλη γη, μιαν άλλη πατρίδα. Ξεσηκώνονται γυρεύοντας ό,τι στερήθηκαν και ψάχνουν να το βρουν μέσα στη επιούσια χαρά της ανεξαρτησίας τους.
Η terra meravigliosa των διαπλεκόμενων μικρών με τις μεγάλες ιστορίες που κάποτε παγιδεύτηκαν, γίνεται τώρα μια καινούρια terra humana, με το χάρτη της να δηλώνει σημάδια της ανθρώπινης ανάσας και των χαμηλότονων ψιθύρων για νέες κατακτήσεις. Η διαδοχή και η συνύπαρξη αποσπασματικών επεισοδίων κι απρόσμενων συγκατοικήσεων των «γεννημάτων» που γίνονται εικόνες και των εικόνων που μετατρέπονται σε υπόγειες εκρήξεις και δράσεις επί δράσεων, σ' ένα λαβύρινθο από διαδρομές, συντάσσουν το νέο καθεστώς. Μια πραγματικότητα γεννιέται από τις στάχτες της και τις λησμονιές της, από τα καταφύγια και τους βιότοπους της θαλπωρής και της αναρχίας.
Αθηνά Σχινά
Οι εικόνες της δημιουργού προέρχονται από αισθήσεις και αντικρίσματα, από περιδιαβάσεις και συναναστροφές, από ενθυμήματα και εντυπώσεις, που έχουν καταγραφεί στο παρελθόν μιας παιδικής ηλικίας. Εκείνης των μεταμορφώσεων, όπου τα ταπεινά της γης γίνονταν τα θαυμαστά κι αξεπέραστα στους θόλους των ονείρων. Η πρόθεση της Α. Χριστιανού δεν είναι νοσταλγική. Μέσα από την τρυφερότητα και την απτική επαφή ξαναβρίσκει τη λησμονημένη «παράσταση» ενός μικρόκοσμου επεισοδίων της χαμένης αθωότητας. Τότε που ανάμεσα στο φανερό και στο αθέατο ισορροπούσε το τραγικό με το ευτράπελο, το καθημερινό με το υπερβατικό γεγονός και η οικειότητα με τη φαντασίωση.
Οι μορφές των οικιακών ζώων και των άλλων του αγρού, επιστρέφουν μέσα από λιβάδια και μονοπάτια του υποσυνείδητου, μεταφέροντας μαζί τους ήχους και τα βλέμματα, τις μυρωδιές και τις χαρμολύπες των όντων που μυθολογούνταν τις ώρες και τις ημέρες της άδολης κι ανήσυχης παρατήρησης.
Η Αγλαΐα Χριστιανού δεν αναπολεί. Διερευνά μέσα από τη χοϊκότητα και το παράδοξο των γεννήσεων και των αφανισμών, τα αινίγματα και τα σχήματα της αποδοχής και της εξέγερσης. Με χιούμορ και ποιητικότητα, με ειρωνεία της τύχης και αυτοσαρκασμό, η ελευθερία της αγροτικής και η σύμβαση της αστικής ζωής παντρεύονται σε συμπτωματικά επεισόδια και ασύμπτωτες καταστάσεις. Πάνω σε πλάκες για κιμωλία που χρησιμοποιούνται ως πίνακες γραφής στην πρώιμη σχολική θητεία ή με χαρτοκιβώτια, τενεκεδένιες κονσέρβες, αυγά πουλιών και βότσαλα, αλλού με σπόρους ακόμη από φρούτα, η δημιουργός φτιάχνει και γκρεμίζει, επισκοπεί και ανατέμνει, κρυφοκοιτάζει μαζί μας και αναποδογυρίζει ενθυμήματα και φυλακτά που διατηρούν σημασίες παλιές. Τα στοιχεία της τα επεξεργάζεται αναδιοργανώνοντας και προσαρμόζοντάς τα, όπως η υφάντρια τους κόμπους νημάτων, φτιάχνοντας έτσι το χαλί των μοτίβων και των νοημάτων της.
Το «χαλί» της Αγλαΐας Χριστιανού αποτελείται από αναγλυφοποιημένους και χρωματικούς όγκους που σχηματίζουν τάπητες, θαρρεί κανείς, ή προσκυνητάρια. Τα αυτοτελή μικρά επεισόδια ιστοριών από εικόνες μέσα στις εικόνες και από ιστορίες μέσα σε αλληγορίες παράδοξων συναναστροφών, διακρίνονται να επιδιώκουν καινούριους συσχετισμούς, μέσα από ένα κλίμα μυστηρίου και περίθαλψης.
Τα έργα λειτουργούν όπως τα μεσαιωνικά εικονολόγια, παρουσιάζοντας το καθένα τους κι από ένα puzzle αλληλοσυμπλήρωσης των τμημάτων τους και ταυτόχρονης ανατροπής.
Συναισθαντικά «τοπία» με εγκιβωτισμένο το βίο και την πολιτεία μιας ολόκληρης τάξης πραγμάτων, υποβάλλουν την παρουσία τους στο βλέμμα. Η τάξη αυτή πραγμάτων της φαινομενικής ηρεμίας και των υπόγειων κραδασμών που υποφώσκουν μέσα από μνήμες και εμπειρίες βαθιά αναπαυμένες –στα «γλυκά χρόνια της νιότης»- ξάφνου επαναστατεί και δραπετεύει. Τα ζώα και τα σκαθάρια, οι σελίδες των παραμυθιών και τα χωράφια, οι θημωνιές και οι πάχνες, οι φωλιές και τα στέγαστρα, τα λαγούμια και οι κυψέλες πραξικοπηματικά συμφιλιώνονται με τα οικιακά σκεύη και τις ποντικοπαγίδες, αποποιούμενα την παλιά αχλύ μυστηρίου, για να κατακτήσουν μιαν άλλη γη, μιαν άλλη πατρίδα. Ξεσηκώνονται γυρεύοντας ό,τι στερήθηκαν και ψάχνουν να το βρουν μέσα στη επιούσια χαρά της ανεξαρτησίας τους.
Η terra meravigliosa των διαπλεκόμενων μικρών με τις μεγάλες ιστορίες που κάποτε παγιδεύτηκαν, γίνεται τώρα μια καινούρια terra humana, με το χάρτη της να δηλώνει σημάδια της ανθρώπινης ανάσας και των χαμηλότονων ψιθύρων για νέες κατακτήσεις. Η διαδοχή και η συνύπαρξη αποσπασματικών επεισοδίων κι απρόσμενων συγκατοικήσεων των «γεννημάτων» που γίνονται εικόνες και των εικόνων που μετατρέπονται σε υπόγειες εκρήξεις και δράσεις επί δράσεων, σ' ένα λαβύρινθο από διαδρομές, συντάσσουν το νέο καθεστώς. Μια πραγματικότητα γεννιέται από τις στάχτες της και τις λησμονιές της, από τα καταφύγια και τους βιότοπους της θαλπωρής και της αναρχίας.
Αθηνά Σχινά